Νύχτα βαθιά, Σεπτέμβρης μήνας, και ετοιμαζόμασταν με τον πατέρα μου, τον κυνηγό της καρδιάς μου, για το πρωινό καρτέρι. Δεν ήταν ο καλύτερος τουφεκιστής, μα το μεράκι του άφηνε ανεξίτηλο σημάδι. Τα βράδια, με θρησκευτική ευλάβεια, λάδωνε το δίκαννό του, ένα παλιό, καλοσυντηρημένο όπλο, που είχε περάσει από γενιά σε γενιά στην οικογένειά μας. Έφτιαχνε τα φυσίγγια με μπαρούτι και σκάγια, μετρώντας τα υλικά με μια μικροσκοπική ζυγαριά, σαν να έφτιαχνε φάρμακο. Η μυρωδιά του μπαρουτιού γέμιζε το δωμάτιο, μια μυρωδιά που συνδεόταν με τις παιδικές μου αναμνήσεις. Μου έδινε…
Περισσότερα