Στη Μάνη, όπου οι πέτρινοι πύργοι ορθώνονταν αγέρωχοι σαν φύλακες μιας άλλης εποχής, και οι φάρες κρατούσαν τους άγραφους νόμους τους σαν Ευαγγέλιο, υπήρχε ο θρύλος του Πύργου του Δράκου. Όχι για κάποιο τέρας, αλλά για την αρχοντική οικογένεια που τον κατοικούσε, τους Δρακάκους, γνωστούς για την περηφάνια και την απουσία αρσενικού διαδόχου.
Ο Αντώνης Δρακάκος, ο γεροδεμένος πατριάρχης, είχε μια καρδιά βαριά σαν το μανιάτικο λιθάρι. Η γυναίκα του, η αρχοντοπούλα Ευγενία, του είχε χαρίσει τρεις κόρες – όλες όμορφες, δυναμικές και έξυπνες, αλλά καμία αγόρι. Και στη Μάνη, χωρίς αρσενικό διάδοχο, μια φάρα κινδύνευε να σβήσει, να χάσει τον πύργο της, την τιμή της, την ίδια της την ύπαρξη.
Η Ευγενία, αν και περήφανη, έβλεπε την αγωνία στα μάτια του Αντώνη. Ήξερε τον άγραφο νόμο, τον «κανόνα» που θα μπορούσε να σώσει την οικογένεια: τη Σύγκρια. Μια δεύτερη σύντροφο που θα έφερνε τον πολυπόθητο αρσενικό διάδοχο. Η σκέψη της πλήγωνε την καρδιά της, αλλά η αγάπη της για την οικογένεια και η κατανόηση της μανιάτικης ψυχής ήταν βαθύτερη από τον προσωπικό της πόνο.

Μια μέρα, η Ευγενία πήρε την απόφαση. Κάλεσε τον Αντώνη και του μίλησε με σταθερή φωνή, χωρίς ούτε ένα δάκρυ. “Πρέπει να σώσουμε τη φάρα μας, Αντώνη. Ο Πύργος του Δράκου δεν πρέπει να μείνει χωρίς διάδοχο.” Ο Αντώνης, αρχικά, δίστασε. Η Ευγενία ήταν η αγάπη της ζωής του. Αλλά η φωνή της παράδοσης και η ανάγκη για τη συνέχιση της οικογένειας ήταν επιτακτική.
Έτσι, εμφανίστηκε στον Πύργο του Δράκου η Αθηνά. Μια νεαρή γυναίκα από ένα γειτονικό χωριό, με μάτια φωτεινά και μια ήρεμη δύναμη. Η Αθηνά δεν ήρθε ως αντίζηλος, αλλά ως μέρος ενός σχεδίου για τη σωτηρία της οικογένειας. Ήξερε το ρόλο της, και τον αποδέχτηκε με σεβασμό.
Οι πρώτες μέρες ήταν δύσκολες. Οι ψίθυροι στο χωριό, τα βλέμματα. Όμως, μέσα στον Πύργο του Δράκου, η Ευγενία, με τη σοφία και την αρχοντιά της, έθεσε τον τόνο. Αντιμετώπισε την Αθηνά όχι ως αντίπαλο, αλλά ως μέλος της οικογένειας, ως την «συγκόρμισα» που θα βοηθούσε στην επιβίωση της φάρας. Μαζί, οι δύο γυναίκες, οι «σύγκριες», μοιράζονταν τις καθημερινές δουλειές, τους φόβους και τις ελπίδες τους. Η Ευγενία την καθοδηγούσε, της έδειχνε τα μυστικά του πύργου, της μιλούσε για την ιστορία των Δρακάκων.
Και ο καιρός έφερε αυτό που όλοι περίμεναν. Η Αθηνά γέννησε ένα υγιές αγόρι, τον Λεωνίδα. Η χαρά στον Πύργο του Δράκου ήταν απερίγραπτη. Ο Αντώνης, κρατώντας στην αγκαλιά του τον διάδοχο, ένιωσε το βάρος των αιώνων να φεύγει από τους ώμους του.
Αλλά η μεγαλύτερη έκπληξη ήρθε λίγο αργότερα. Η Ευγενία, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, έμεινε και αυτή έγκυος και γέννησε ένα ακόμα αγόρι, τον Μιχάλη. Ήταν σαν η Μάνη, με τους δικούς της μυστηριώδεις τρόπους, να επιβράβευε την αποδοχή, την κατανόηση και την αφοσίωση στην οικογένεια.
Ο Λεωνίδας και ο Μιχάλης μεγάλωσαν μαζί, σαν αδέρφια, με την αγάπη και των δύο μητέρων τους. Η Ευγενία και η Αθηνά, οι σύγκριες, έδειξαν σε όλη τη Μάνη ότι η δύναμη μιας οικογένειας δεν βρίσκεται μόνο στο αίμα, αλλά και στην αποδοχή, στην υπεράσπιση της τιμής και στην κοινή πορεία προς το μέλλον. Ο Πύργος του Δράκου συνέχισε να στέκεται περήφανος, με μια ιστορία που, παρά τις ιδιαιτερότητές της, μιλούσε για μια βαθιά ανθρώπινη αλήθεια: ότι η αγάπη και η κατανόηση μπορούν να ξεπεράσουν και τους πιο σκληρούς άγραφους νόμους.
Ιστορίες Ρούγας