Λίγο πριν το 1829, η οικογένεια των Γρηγορακιανών από την Κίττα, με την υποστήριξη των Καουριάνων, ξεκίνησε την κατασκευή ενός πύργου. Στόχος τους ήταν να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην περιοχή του Κριτηρίου. Ωστόσο, οι Μιχαλακιάνοι από τη Βάθεια και τη Λάγια, που κατείχαν τις Μνιανές, αντέδρασαν. Η σύγκρουση που ακολούθησε κατέληξε σε νίκη των Γρηγορακιανών, οι οποίοι ολοκλήρωσαν τον Πύργο Χάρακες και εγκατέστησαν φρουρά. Ο πύργος χτίστηκε με ξερολιθιά, μια κοινή πρακτική για οχυρώσεις που προέκυπταν από πολεμικές διαμάχες.
Ανακωχή και Νέα Εχθρότητα
Μετά τη μάχη αυτή, οι δύο οικογένειες, Μιχαλακιάνοι και Γρηγορακιάνοι, συμφιλιώθηκαν. Οι Μιχαλακιάνοι μπορούσαν πλέον να περνούν ελεύθερα τον ισθμό προς το Κριτήρι και γίνονταν δεκτοί στον πύργο ως φίλοι. Κάποια στιγμή, όμως, περισσότεροι Μιχαλακιάνοι εισήλθαν στον πύργο και έδιωξαν τους δύο Γρηγορακιανούς φρουρούς. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε νέα και μεγαλύτερη εχθρότητα μεταξύ των δύο πλευρών.
25η Ιουνίου 1829: Η Μεγάλη Μάχη στα Τριγανιστά
Στις 25 Ιουνίου 1829, ξέσπασε μια νέα, μεγαλύτερη μάχη στα Τριγανιστά (τοποθεσία στην Αντ Ισθμού). Μια περιγραφή αυτής της μάχης προέρχεται από τον αρχηγό της Γαλλικής επιστημονικής αποστολής, ο οποίος έφτασε εκείνη τη στιγμή στο Πόρτο Κάγιο με το ελληνικό πολεμικό πλοίο «Μάρκος Μπότσαρης». Το πλοίο του είχε παραχωρηθεί στο Γύθειο από τον Τζανετάκη, κατόπιν διαταγής του Καποδίστρια, με συνοδό τον Καλκαντή.
Η Αφήγηση της Γαλλικής Αποστολής:
- «Μόλις αράξαμε σε μια από τις δύο αμμουδιές που βρίσκονται στο βάθος του Πόρτο Καγίου, του οποίου οι άλλες πλευρές είναι απόκρημνοι βράχοι, οι σφαίρες σφύριζαν πάνω από τα κεφάλια μας και ο πύργος Χάρακες, τον οποίο μας έδειξαν σε μια γειτονική μας κορυφή, ήταν η αιτία αυτής της μάχης.»
- «Σκαρφαλώσαμε τον ανήφορο για το οχυρωμένο μοναστήρι που ήταν από πάνω μας, για να επισκεφτούμε τον επίσκοπο των Κακοβουνιωτών που πιστεύαμε να βρούμε σε αυτό, και από τον οποίο πιστεύαμε ότι θα φωτιστούμε. Ο ιεράρχης όμως αυτός, φαίνεται δεν ήθελε να εκτεθεί στις διαφορές του ποιμνίου του, και είχε πάει, δεν ξέρω με ποια αφορμή, στην Καλαμάτα προ πολλών ημερών. Ένας καλόγερος τον αναπλήρωνε, και καθόταν σταυροπόδι σε μια ψάθα έξω από τα τείχη του μοναστηριού που τα φύλατταν 5-5 Κακοβουνιώτες κακοντυμένοι, αλλά καλοπλισμένοι.»
- «Ο χοντροκαλόγερος δεν κουνήθηκε καθόλου από την παρουσία μας, και λαμβάνοντας με αδιαφορία, αν όχι με περιφρόνηση τους φιλόφρονες χαιρετισμούς που του είπα με το διερμηνέα μου, ρώτησε λακωνικά τί θέλω.»
- «Γιατί δεν σηκώνεσαι να χαιρετίσεις, με σεβασμό που οφείλεις, τον αφέντη που σου ‘κανε την τιμή ν’ ανέβη ως την φωλιά σου, τον αφέντη που είναι φίλος του κ. Τζανετάκη και του κυρίου Προέδρου;»
- «Δεν είχαν τελειώσει τα λόγια αυτά και ο καλόγερος άλλαξε τρόπους. Σηκώθηκε αμέσως, έκαμε βαθειά μετάνοια και πήρε το δέξι μου χέρι και τό ‘φερε στο μέτωπό του.»
- «Σε λίγο είδαμε να καταφτάνουν 2-3 νέοι Κακοβουνιώτες μαζί με τις γυναίκες τους οι οποίοι ήταν φορτωμένοι τα μπαγκάζια τους, και παιδιά, των οποίων ένα 8 και πλέον ετών ήταν αρματωμένο με μια παλιοπιστόλα. Έρχονταν από τη Λάγια για τη μάχη που γινόταν για τους Χάρακες.»
Η μάχη αυτή έληξε και πάλι υπέρ των Γρηγορακιανών.
Μετά το 1834: Η Ανακατασκευή του Πύργου
Μετά το 1834, ο γερο-Γιαννάκης Γρηγορακάκης, ο οποίος είχε γίνει λοχαγός της Λακωνικής φάλαγγας υπό τον Φέδερ, έχτισε τον σημερινό πύργο χρησιμοποιώντας ασβέστη. Τα χρήματα για την κατασκευή πιθανώς προήλθαν από τον μισθό του βαθμού του.
Πηγή : “Οι Νυκλιάνοι” Δημητρίου Β. Δημητράκου-Μεσίσκλη